Corfu Museum

Petsalis: Collection Of Corfu Island,Greece documents

 Κοινές καθημερινές εκφράσεις στη κοινωνία της Κέρκυρας.

Αλλά ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος που το τοπωνύμιο πήρε τα’ όνομα του;;;;

…Κάπου στη δεκαετία του ’60. Απογευματάκι. Τέλος ανοίξεως. Το καλοκαίρι προ των πυλών. Η φύση ανανεώνεται, το ίδιο και οι άνθρωποι. Το υπέροχο μπλε του ουρανού και της θάλασσας του Ιονίου, δεν αφήνει ασυγκίνητη την μόνιμα πολυάσχολη μητέρα μου, η οποία κρατώντας με από το χέρι, μου ανακοινώνει ότι θα πάμε στον προορισμό μας από τα Μουράγια, να κάνουμε και μια βόλτα. Περίπου στη μέση της διαδρομής, σταματάμε μπροστά σε ένα καφενείο. Οι δυο μεγάλες πόρτες-είσοδοι είναι διάπλατα ανοικτές.

Μπροστά στη δεξιά πόρτα κάθεται η συμπατριώτισσά μας η Ντιγκίν Ζβάρτ, της οποίας τα ταλαιπωρημένα από τις δουλειές χέρια και δάκτυλα κεντούν με περισσή δεξιοτεχνία και γρηγοράδα με το βελονάκι μικρά αριστουργήματα και δεν σταματούν να εργάζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας με τη μητέρα μου. Στο βάθος του μαγαζιού, μια ανδρική φιγούρα πηγαινοέρχεται πίσω από τον πάγκο (ή μήπως τους πάγκους;), προετοιμάζοντας τα απαραίτητα για να υποδεχθεί τους πελάτες του. Είναι ο μπαρόν Αντρανίκ Καπικιάν, ο σύζυγος της κας Ζβάρτ και ιδιοκτήτης του ομώνυμου καταστήματος……(1)

Ως γενοκτονία των Αρμενίων αναφέρονται τα γεγονότα εξόντωσης Αρμενίων πολιτών από την Οθωμανική Αυτοκρατορία  κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά το τέλος του πολέμου  Έλληνες-Αρμένιοι πρόσφυγες ήλθαν στην Ελλάδα και διασκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη μεταξύ των οποίων η  Κέρκυρα. Στο νησί, τον Δεκέμβριο του 1922, έφτασαν εξουθενωμένοι από τον διωγμό και τις κακουχίες του δρόμου της προσφυγιάς 3.000 Αρμένιοι, οι περισσότεροι γυναίκες, παιδιά και ορφανά.

 Βρίσκεται στο αρχείο μας μια συνέντευξη της κόρης του ζεύγους Καπικιάν Κας  Ζαρμουή Καπικιάν-Φιλιπποσιάν. Μέσα από την διήγηση θα προσπαθήσουμε να ζήσουμε το δράμα που έζησαν οι Αρμένιοι στην γενοκτονία.

 

«Ο πατέρας μου, Αντρανίκ Καπικιάν, γεννήθηκε στη Σεβάστεια το 1900. Η οικογένειά του ήταν εύπορη. Ζούσαν από την κτηνοτροφία. Από τη γενοκτονία του 1915, μόνον ο ίδιος κατόρθωσε να επιζήσει. Οι γονείς του, τ’ αδέλφια του και όλοι του οι συγγενείς σφαγιάσθηκαν. Δυστυχώς δεν ξέρω λεπτομέρειες, αλλά μας έλεγε ότι για κάποιο διάστημα, μικρό παιδί, υπηρέτησε ως βοηθητικός στον αρμενικό στρατό, κουβαλώντας σε τσουβάλια ψωμί για τους στρατιώτες φενταΐ.

Μετά από πολλές δυσκολίες και περιπέτειες μπήκε στο ορφανοτροφείο - ίσως ήταν το Lord Mayor’s Foundation - με το οποίο πήγε στην Κέρκυρα.

Ο Αντρανίκ πρέπει να ήταν 20-25 ετών, όταν με την εργατικότητά του αλλά και με την ηθική υποστήριξη του γιατρού Χοσρόφ Χαϊραμπεντιάν - (σημαντική προσωπικότητα της αρμενικής κοινότητας του νησιού, στη δεκαετία του ’40 διετέλεσε και πρόεδρος της Γενικής Αρμενικής Ένωσης Αγαθοεργίας στην Κέρκυρα)

H ηγεσία της Κοινότητας των Αρμενίων στην Κέρκυρα.

 

κατόρθωσε να αγοράσει το μαγαζί αυτό, το οποίο ήταν στάβλος και ο ιδιοκτήτης του ήταν Γερμανός. Σιγά σιγά το μετέτρεψε σε καφενείο, το οποίο στις επόμενες δεκαετίες έζησε ημέρες δόξας.

Η μητέρα μου, Ζβάρτ Καραγκιοζιάν, γεννήθηκε στα Άδανα. Ήταν μοναχοκόρη. Η μητέρα της, φοβούμενη από τις συχνές επιθετικές κινήσεις των Τούρκων προς τους Αρμενίους και για να την προφυλάξει, την είχε βάλει σε ένα αγγλικό ορφανοτροφείο.

Καθολικό Ορφανοτροφείο Αρμενίων στη Κέρκυρα

 

 Η μητέρα μου, μας έλεγε ότι όταν ήταν κοριτσάκι είχε πολύ μακριά μαλλιά και κάθε πρωί η γιαγιά μου πήγαινε στο ορφανοτροφείο για να την δει, να την χτενίσει και να πλέξει τα μαλλιά της σε ωραία πλεξίδα. Και ένα πρωί, θα ήταν 6-7 χρονών, περίμενε ώρα πολλή τη μητέρα της κλαίγοντας, αλλά δυστυχώς δεν την ξαναείδε ποτέ. Έμεινε πεντάρφανη, διότι έχασε όλους τους συγγενείς της κατά τη γενοκτονία του 1915. Με το ορφανοτροφείο, πήγε αρχικά στην Κύπρο και κατόπιν στην Κέρκυρα.

Στο ορφανοτροφείο (Near East Relief) έμαθε διαφόρων ειδών κεντήματα, έκανε ωραίους ντολέδες (μπιμπίλες) με τη βελόνα του ραψίματος και μεγαλώνοντας δούλευε, όπως και τα υπόλοιπα κορίτσια, για λογαριασμό του ιδρύματος, το οποίο πωλούσε τα κεντήματα προκειμένου να έχει έσοδα.

 Η μοίρα ένωσε τις ζωές του πατέρα μου και της μητέρας μου, μέσω ενός προξενιού το οποίο προτάθηκε στον πατέρα μου από μια συμπατριώτισσά μας.

Ο γιατρός Χοσρόφ Χαϊραμπεντιάν πάντρεψε τους γονείς μου και βάφτισε και εμάς δίνοντας το όνομα του γιου του Σιρούν στο μεγάλο μου αδελφό, της γυναίκας του Ζαρμουή σ’ εμένα - τους οποίους είχε ήδη χάσει - και το δικό του Χοσρόφ, στο δεύτερο αδελφό μου, ο οποίος πέθανε σε πολύ μικρή ηλικία.

Και οι δύο γονείς μου δούλευαν ακατάπαυστα στο καφενείο μας. Η μητέρα μου έφτιαχνε όλα τα γλυκά του μαγαζιού, αλλά και τους πικάντικους ανατολίτικους μεζέδες για το ουζάκι ή την μπύρα, ενώ ο πατέρας μου έφτιαχνε το περίφημο παγωτό καϊμάκι, βάσει της συνταγής και τεχνικής τις οποίες γνώριζε από την πατρίδα. Το παγωτό, έγινε πλέον το «σήμα κατατεθέν» του καταστήματος και δεν υπήρξε ντόπιος ή ξένος πελάτης, ανώνυμος ή επώνυμος που να μην το έχει δοκιμάσει. Ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄, ο οποίος κάθε χρόνο παραθέριζε στην Κέρκυρα, γεύθηκε τη νοστιμιά του σερβιρισμένο από τα χέρια του έκπληκτου και αμήχανου ιδιοκτήτη Αντρανίκ, ο οποίος επ’ ουδενί λόγο δεχόταν αμοιβή εκ μέρους του και μάλιστα απειλούσε ότι θ’ αυτοκτονήσει εάν ο βασιλιάς επέμενε να τον πληρώσει.

 Ο πατέρας μου απεδείχθη ικανός αλλά και πρωτοπόρος επιχειρηματίας για την εποχή του. Στη δεκαετία του ‘50 τόλμησε να φέρει τις καλύτερες τραγουδίστριες, οι οποίες εμφανίζονταν το καλοκαίρι στον αίθριο χώρο του μαγαζιού μας, συνοδευόμενες από πενταμελή ορχήστρα: πιάνο, δυο κιθάρες, σαξόφωνο και ντραμς. Ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Γιώργος Κατσαρός συμμετείχε στην ορχήστρα του μαγαζιού μας. Εκτός από τους πελάτες του μαγαζιού, οι οποίοι απολάμβαναν το πρόγραμμα, διπλά ωφελημένοι ήταν και οι περιπατητές Κερκυραίοι, οι οποίοι στέκονταν για να ακούσουν τα τραγούδια των καλλιτέχνιδων και μάλιστα δωρεάν!!

 (Η σπινθηροβόλα Ρένα,(Βλαχοπούλου)  πρωτοξεκίνησε από τα αυτοσχέδια πάλκα στα καφενεία του Αντρανίκ και του Ζούμπου) (2)

Η πρωτοβουλία αυτή διήρκησε έως το 1956, καθώς η δημιουργία των αμιγώς κέντρων διασκέδασης στην πόλη, καθιστούσε ασύμφορο τον ανταγωνισμό. Ήταν όμως και το πρώτο ή τουλάχιστον από τα πρώτα μαγαζιά το οποίο διέθετε τζουκ-μποξ.

Από αυτή τη δημοσίευση προκύπτει ότι το 1935 (ημερομηνία δημοσίευσης) ο Αντρανίκ και τα συγκροτήματα που είχε, είχαν μεταφερθεί στο χώρο «Μπάνια του Αλέκου». Αυτή η πληροφορία έρχεται σε αντίθεση με τα γραφόμενα από τη συνέντευξη της κόρης του.

 

Ο πατέρας μου εργαζόταν πολλές ώρες και κρατούσε το μαγαζί ανοικτό χειμώνα-καλοκαίρι, μέχρι τις πρώτες πρωϊνές ώρες της ημέρας. Κοιμόταν πολύ λίγο.Εννοείται, ότι είχε αποκτήσει τους τακτικούς του πελάτες, ενώ οι Κερκυραίοι γλεντζέδες δεν παρέλειπαν να τελειώνουν τις βραδιές της διασκέδασής τους στο καφενείο μας, όπου ο πάντα πρόθυμος Αντρανίκ τους σέρβιρε καφέδες, τσάι ή κονιάκ.

Το πρωί άνοιγε το μαγαζί η μητέρα μου.

Τον πατέρα μου τον αγαπούσαν και τον εκτιμούσαν πάρα πολύ, όλοι οι Κερκυραίοι. Και ξαφνικά, αρχές Φεβρουαρίου 1968, έφυγε για πάντα εξ’ αιτίας καρδιακής προσβολής. Ήταν 68 ετών. Φροντίσαμε με το σύζυγό μου και τον κηδέψαμε σύμφωνα με το τελετουργικό της εκκλησίας μας. Ο πατήρ Κεγάρτ Μπαμπογλιάν χοροστάτησε στην εξόδιο ακολουθία. Έζησε και πέθανε ως Αρμένης. Στην τελευταία του κατοικία τον συνόδευσε, βαθιά συγκινημένη, όλη η Κερκυραϊκή κοινωνία, Αρμένιοι και Έλληνες.

Αρμένιοι και Κερκυραίοι εμπρός από το εκκλησάκι του Αγ. Νικολάου στη Σπηλιά

Μετά το θάνατό του, η μητέρα μου ανέλαβε να συνεχίσει τη λειτουργία του καφενείου μας με τη βοήθεια των σερβιτόρων μας, έως ότου αρρώστησε και πέρασε στα χέρια του αδελφού μου Σιρούν, υπό τη διεύθυνση του οποίου λειτούργησε από το 1983 έως το 1997, ασφαλώς και με τη δική μου βοήθεια.

Τόσο όταν το ανέλαβε η μητέρα μου, όσο και όταν το δουλεύαμε με τον αδελφό μου, το παγωτό καϊμάκι δεν έλλειψε ούτε στιγμή από το καφενείο μας

Γύρω στο 1994-1995, προσθέσαμε και την πίτσα στα προσφερόμενα προϊόντα μας, κατ’ απαίτηση των πελατών μας. Επίσης, ο αίθριος χώρος, τον οποίον νοικιάζαμε μόνον εμείς, παραχωρήθηκε από τον Δήμο κατά το ήμισυ στο διπλανό μας μαγαζί (πιτσαρία), το οποίο λειτουργεί περίπου από τις αρχές του 1980.

Το 1997, ο Σιρούν πούλησε το μαγαζί μας. Οι δύο νέοι ιδιοκτήτες, ο Γιάννης και ο Τάκης, είναι παιδιά τα οποία εργάζονταν πολλά χρόνια μαζί μας. Τους παραχωρήσαμε την επωνυμία του καφενείου μας «ΑΝΤΡΑΝΙΚ» και τους δώσαμε και τη συνταγή, προκειμένου να παρασκευάζουν με τον πατροπαράδοτο τρόπο το παγωτό καϊμάκι.

Πρέπει να σας πω, ότι κάποια χρόνια αφ’ ότου δώσαμε το μαγαζί είχα πάει στην Κέρκυρα και δοκίμασα το παγωτό, επισκέφθηκα και το εργαστήριο και με ιδιαίτερη ικανοποίηση διαπίστωσα ότι η παρασκευή του εξακολουθούσε να βασίζεται στη συνταγή μας, πράγμα που εύχομαι να ισχύσει και στο μέλλον, διότι με αυτόν τον τρόπο και σε συνδυασμό με το όνομα του καταστήματος, καθώς και με την έως σήμερα ανηρτημένη φωτογραφία την οποία με πολύ σεβασμό έχουν διατηρήσει οι νέοι ιδιοκτήτες, θα αισθάνομαι ότι ο πατέρας μου πλανάται σαν ένα καλό πνεύμα στον χώρο αυτό όπου μόχθησε, δημιούργησε και αγάπησε τόσο πολύ»……. «να παραμείνει στο διηνεκές το όνομα «ΑΝΤΡΑΝΙΚ» στο συγκεκριμένο κατάστημα, για να θυμίζει στους περαστικούς ότι: «... Αρμένιοι διαβήκαν κι από εδώ ....».

Κλείνοντας - και για την ιστορία - θα θέλαμε να σας πούμε ότι ο κερκυραϊκός Τύπος της εποχής, με τη γνωστοποίηση του θανάτου του Αντρανίκ Καπικιάν, αφιέρωσε επί μία περίπου εβδομάδα άρθρα του στη μνήμη του συμπατριώτη μας.

 

 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ

Αρμένιοι πρόσκοποι 1925

Κέρκυρα ορφανά Αρμενίων που περιβάλλουν το γνωστό Αρμένιο διανοητή  Teotig (καθισμένος με τα χέρια διπλωμένα).

Ομάδα ποδοσφαίρου των Κερκυραίων ορφανών Αρμενίων

Koharig in Corfu at the Near East Relief.  Οργάνωση Σωτηρίας

ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ

Κέρκυρα Έξω από το εργοστάσιο χαλιών της οικογένειας Καρσιάν

 

Μετανάστης φτιάχνοντας κουβέρτες Κέρκυρα μετά το 1922

Πρωτότυπο κατάστημα καφέ Τζαρουγκιάν-Μαρκοσιάν

 

----------------------------

1) Νουνιά Γεραμιάν

Τεύχος 57: Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008

2)http://community.fortunecity.ws/lavendar/kane/51/afieromata/20aionas/20aionas3.html

3) Διασκεδάζοντας στην Κέρκυρα, καλοκαίρι, του ’35 ΚΕΡΚΥΡΑ, καλοκαίρι του ’35. Και η εφημερίδα «Κερκυραϊκό Βήμα» ανέθετε στη συνεργατικό πενάκι του «Γ.», έτσι υπέγραφε, μια… ιδιαίτερη αποστολή: να κυκλοφορήσει αποβραδίς Σαββάτου, καταγράφοντας εικόνες, πρόσωπα και περιστατικά, απ’ το «έτσι διασκεδάζω» του τότε Κερκυραίου

Αναζήτηση

Corfu Museum

Corfu Museum….τι μπορεί να είναι αυτό;

Θα το έλεγα με μια λέξη…. Αγάπη! Για ένα νησί που το γνωρίζουμε ελάχιστα. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε ότι δεν το γνωρίζουμε. Στόχος λοιπόν είναι να το γνωρίσουμε όσο πιο βαθιά μπορούμε, μέσα από το χθες και το σήμερα, γιατί αλλιώς πως θα το αγαπήσουμε; Αγαπάω ατομικά και ομαδικά έχει επακόλουθο…. φροντίζω….. μάχομαι… και σέβομαι. Αγάπη προς την Κέρκυρα είναι το Corfu Museum και τίποτε άλλο.

Μετρητής

Εμφανίσεις Άρθρων
3879292