Η εξέγερση των χωρικών της Κέρκυρας (1652)
Από τις έρευνες μας προέκυψε μια εξέγερση που έλαβε χώρα το 1652 η οποία πιστεύουμε ότι έχει ενδιαφέρον για την ταξική διαφοροποίηση που επικρατούσε τότε.
Η Βενετία, όπως είναι γνωστό, δεν διέθετε στρατό ξηράς για να επιβάλει στις κατακτήσεις της το νόμο και την τάξη, ώστε να σταθεροποιηθεί η κατοχή της. Το πρόβλημα αυτό το έλυσε με τους ντόπιους και με τους Ιταλούς που ήταν διατεθειμένοι να παίξουν το ρόλο του κυρίαρχου.
Το 1272 ο Κάρολος Α' ο Ανδεγαβός άρχισε να υλοποιεί στην Κέρκυρα την παραχώρηση εδαφικών εκτάσεων σε στρατιωτικούς. Οι παραχωρήσεις αυτές είχαν φεουδαλικό χαρακτήρα, γιατί ο αποδέκτης έδινε όρκο πίστης και υποταγής και υποχρεωνόταν να παρέχει στρατιωτική υπηρεσία στον ηγεμόνα . Στα τέλη της ανδεγαβικής περιόδου, η πλειοψηφία των Κερκυραίων φεουδαρχών ήταν γόνοι ισχυρών «οίκων», ενώ μέλη των οικογενειών αυτών είχαν αναλάβει αξιώματα στο νησί. Η Βενετία, στην οποία περιήλθε η Κέρκυρα το 1386, επικύρωσε τα προνόμια που είχαν δοθεί στους φεουδάρχες από τους προηγούμενους ηγεμόνες του νησιού.[i]
Έτσι συνεχίστηκε η επιβολή των αρχόντων και επεκράτησε ο θεσμός των φεουδαρχών[ii]-βαρόνων.[iii] Πιο αναλυτικά, παραχωρούνταν σε έμπιστους υπηκόους , μεγάλες εκτάσεις γης προς εκμετάλλευση κι επιτρέπονταν στους μεγαλοκτηματίες να καταπιέζουν τους χωρικούς[iv] παντοιοτρόπως, απομυζώντας τον κόπο τους και αφήνοντας, επί τούτου, την μόρφωσή τους σε μηδενικό επίπεδο. Δεν είναι τυχαίο που η Βενετία δεν φρόντισε καθόλου για την εκπαίδευση των υπηκόων της και μόνο τα παιδιά των αρχόντων μπορούσαν να μορφωθούν στα ξένα πανεπιστήμια. Οι Επτανήσιοι, για ανώτερη εκπαίδευση, πήγαιναν κυρίως στην Πάδοβα όπου πρυτάνευε η εισαγωγή ρευμάτων φιλοσοφικής σκέψης.
Οι πρεσβείες ήταν ένας Βενετσιάνικος θεσμός βάσει του οποίου οι υπήκοοι είχαν το δικαίωμα να υποβάλλουν στον Δόγη γραπτώς τα αιτήματα τους και τις διαμαρτυρίες που αφορούσαν την τοπική Βενετική διοίκηση. Η πρεσβεία συντάσσονταν από το τοπικό συμβούλιο των 150 (παλαιότερα 60) και δύο αντιπροσώπους που την παρουσίαζαν εκεί για την προφορική της υποστήριξη . Ποιοι όμως αποτελούσαν το συμβούλιο των 150?
Το γεγονός ότι την ευθύνη της αποστολής των πρεσβειών, όπως και της σύνταξης των αιτημάτων και της προφορικής υποστήριξης τους, το είχε το Συμβούλιο της Κοινότητας, που ήδη από τα τέλη του ΙΕ! Αιώνα ανήκε ουσιαστικά στην προνομιούχο τάξη των cittadini, … είναι αυτονόητο ότι πολλές φορές τα αιτήματα αφορούν αποκλειστικά τα συμφέροντα της προνομιούχας τάξης.[v]
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
[i] Ανιστόρητον, τόμος 11 (2014) αρ. 41 1 http://www.anistor.gr/index.html Το Αγροτικό Ζήτημα της Κερκύρας και η Συμβολή του Ανδρέα Δενδρινού στην Επίλυση του.
[ii] Η γη ανήκε στον ηγεμόνα, τη Βενετία που την είχε εκχωρήσει με τη μορφή φέουδου σε ιδιώτες, Δυτικούς και Έλληνες, στην Εκκλησία, Καθολική και Ορθόδοξη και σε μικροκαλλιεργητές. Οι φεουδάρχες δεν καλλιεργούσαν οι ίδιοι τα κτήματά τους, αλλά τα παρέδιδαν για καλλιέργεια στους χωρικούς. Οι χωρικοί, που καλλιεργούσαν φεουδαλικά κτήματα διακρίνονταν σε δύο κατηγορίες, στους εξαρτημένους και στους ελεύθερους. Οι εξαρτημένοι χωρικοί (γνωστοί με τον βυζαντινό όρο «πάροικοι») ήταν δεμένοι με τη φεουδαλική γη, από την οποία δεν μπορούσε κανείς να τους αποσπάσει και μεταβιβάζονταν μαζί με αυτήν, ενώ οι ελεύθεροι χωρικοί συνομολογούσαν συμβόλαια με τους φεουδάρχες με τα οποία και καθορίζονταν οι μεταξύ τους σχέσεις ΟΛΓΑ ΠΑΧΗ ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣΤΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΟΥ ΕΛΑΙΩΝΑ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΩΣ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣΤΟΥ 20ΟΥ ΑΙΩΝΑ
[iii] ΤΑ «ΦΕΟΥΔΑ» ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ Από τη Βενετοκρατία στον 19ο αιώνα του ΝΙΚΟΥ ΚΑΡΑΠΙΔΑΚΗ
Το φέουδο και η βαρονία.Φαινόμενο μακράς διάρκειας της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής, μάλιστα και της πολιτικής, τα «φέουδα» ή οι «βαρονίες» της Κέρκυρας, διατηρήθηκαν με διάφορες μορφές ως τη δεκαετία του 1890 και, για ορισμένες περιπτώσεις, μέχρι αργότερα. Σε καμία περίπτωση, ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι καλλιεργούμενες γαίες της Κέρκυρας δεν ανήκαν στο σύνολό τους στα φέουδα και δεν ήταν βαρονίες, αλλά μεγάλο μέρος τους ανήκε σε άλλους άρχοντες ως ελεύθερη και ιδιωτική τους γη, καθώς και σε πολυάριθμους χωρικούς. Γι’ αυτή την ελεύθερη κατηγορία γαιών, των αρχόντων αλλά και των χωρικών, είμαστε λιγότερο πληροφορημένοι, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα μεγέθη της, αφού δεν καταγραφόταν συστηματικά από το Δημόσιο. Τα στοιχεία που την αφορούν είναι διάσπαρτα και συχνά επισφαλή ως προς τη μελέτη τους. Οι κύριοι φεουδαλικών γαιών ονομάζονταν φεουδατάριοι (feudatarii), ή βαρόνοι και εμπαρούνοι (baroni), χωρίς να έχει ωστόσο μελετηθεί η διαφορά της σημασίας αυτών των λέξεων. Από μια πρώτη λεξικολογική έρευνα που πραγματοποιήσαμε, μπορούμε να προτείνουμε ότι η λέξη φέουδο χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει το αρχικό σύνολο μιας περιουσίας ταξινομημένης από το Δημόσιο Ταμείο ως φεουδαλικής, ενώ η λέξη βαρονία μέρος αυτής της περιουσίας. Φέουδο –ο 19ος αιώνας προτιμούσε τη λέξη τιμάριο– είναι το μέρος της δημόσιας περιουσίας που παραχωρείται ως ανταμοιβή σε ιδιώτες για στρατιωτικές κυρίως υπηρεσίες ή σε εκκλησιαστικά ιδρύματα. Αν αυτή η διαφορά επιμένει στα επίσημα κείμενα, υποχωρεί στην καθημερινή γλώσσα, όπου οι δύο λέξεις έχουν την τάση να είναι συνώνυμες.
Πρέπει επίσης να έχουμε κατά νου ότι η κοινωνική κατάσταση που διαμορφώνεται εξαιτίας της γαιοκτησίας στην Κέρκυρα δεν έχει ως μόνο παράγοντα τα φέουδα και τους φεουδαρχικούς κυρίους. Οι πολυάριθμοι άλλοι ιδιοκτήτες γαιών, καθώς και η Εκκλησία και το βενετικό κράτος, ασκούν την κοινωνική τους κυριαρχία μέσω της γης και των ανθρώπων που την καλλιεργούν. Οι τέσσερεις αυτοί παράγοντες της εξουσίες είναι συχνά ανταγωνιστικοί και υπονομεύονται μεταξύ τους, παρότι τα εξουσιαστικά τους συμφέροντα είναι κοινά
[iv] Οι χωρικοί, αναφερόμενοι εδώ στους ανθρώπους χωρίς εξουσία, εργάζονταν και διέμεναν στην ύπαιθρο και αποτελούσαν το 54% του πληθυσμού του νησιού περίπου. Παρόλο που ο θεσμός της δουλοπαροικίας είχε ατονήσει από τις αρχές του 16ου αιώνα, όπως και της δουλείας, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι συνεχίζει -με άλλους όρους- να υπάρχει ακόμα στην ύπαιθρο του νησιού. Θεωρητικά λοιπόν, με τον όρο χωρικοί αναφερόμαστε σε ελεύθερους πολίτες που διαμένουν σε κτήματα αρχόντων, βαρόνων και άλλων γαιοκτημόνων, εργάζονται γι αυτούς, ή σε ανθρώπους που τους έχει παραχωρηθεί από τους προαναφερόμενους, μικρή μερίδα γης, για συγκεκριμένη καλλιέργεια και με συγκεκριμένο φόρο, ρυθμιζόμενα όλα αυτά από σειρά συμβολαίων.Διοικητική Γεωγραφία της Κέρκυρας τα χρόνια της Ενετοκρατίας ΔΜ Κοντού
[v] Έλλη Γιωτοπούλου Σισιλιάνου : ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΒΕΝΕΤΟΥΣ ΟΠΩΣ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΒΕΙΩΝ. «Κερκυραϊκά» σελ.75.
Ήταν αδύνατον να διανοηθεί κάποιος μη άρχοντας και πόσο περισσότερο χωρικός να συμμετάσχει στο Συμβούλιο της Κοινότητας. Μόνο κατά καιρούς και όταν η οικονομική κάμψη της Βενετίας ήταν εμφανής , ορισμένοι πλούσιοι αστοί, μετά από πολλές αντιρρήσεις των παλαιών μελών του Συμβουλίου, καταβάλλοντας ιδιαίτερες προσπάθειες και χρήματα, κατάφερναν να συμπεριληφθούν σε αυτό.
Η προνομιούχος τάξη ουσιαστικά συνταυτίζονταν με αυτή των ευγενών. Η τάξη των ευγενών ήταν εκείνη που απολάμβανε τα προνόμια που της παραχωρούνταν δηλ. τίτλοι, πλούτη, θέσεις και δικαιώματα στη διαχείριση του εργατικού προσωπικού . Τα δικαιώματα αυτά όπως το πάκτωμα, το προστύχι κ.α. ήταν θεσμοθετημένα.
Το πλέον τοκογλυφικό συμφωνητικό ήταν τo προστύχι[i]. Ήταν ένα έγγραφο ομόλογο (για να μπορεί να μεταβιβάζεται) με βάση το οποίο ο φεουδάρχης πλήρωνε τον χωρικό προκαταβολικά για μια συγκεκριμένη ποσότητα προϊόντων- λαδιού, σταριού κλπ. σε πολύ χαμηλή τιμή. Όταν έρχονταν η ώρα της αποπληρωμής κι έπρεπε ο χωρικός να καταβάλει τα χρήματα, ο δανειστής δεν προσέρχονταν να εισπράξει το οφειλόμενο χρέος, διεκδικώντας το όμως πολύ αργότερα με την υψηλότερη τιμή του έτους. Το ύψος του ποσού της αποπληρωμής μαζί με τους τόκους πολλές φορές έφτανε και το διπλάσιο του αρχικού κεφαλαίου.
Όλα τα πιο πάνω αναγραφόμενα συν την υποχρέωση των χωρικών να συνεισφέρουν στην αποπεράτωση του τειχισμού με προσωπική εργασία, τις αγγαρείες που τους επιβάλλονταν σε πολεμικές περιόδους, τις αυθαιρεσίες κι εκβιασμούς κατά την είσπραξη των φόρων, την μη αντικειμενική λειτουργία των δικαστηρίων, τις λεηλασίες των κτημάτων τους από βενετσιάνους στρατιώτες και ναύτες, αλλά, και την ακαταστασία των καιρικών συνθηκών που είχε αποτέλεσμα επί της σοδειάς , τους οδήγησαν σε απελπιστική κατάσταση.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
[i] Από τα μέσα του 16ου αιώνα ξεκίνησε στην Κέρκυρα η συζήτηση για το προστύχι, την προαγορά δηλαδή της σοδειάς, ένα είδος δανεισμού για τους αγρότες. Τη θεωρούσαν μια εβραϊκή δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στο πρώτο μισό του αιώνα, και γι’ αυτό οι πολίτες ζήτησαν το 1552 την κατάργησή του. Λήφθηκαν ορισμένα μέτρα που θα διασφάλιζαν την ομαλή λειτουργία του, αλλά το 1565 η Συνέλευση επανήλθε με το ίδιο αίτημα. Η απάντηση της Βενετίας ήταν ότι δεν έπρεπε να καταργηθεί, επειδή πολλοί το είχαν ανάγκη. Αυτό που έπρεπε να γίνει ήταν να θεσπιστούν διατάξεις που θα προστάτευαν τους χωρικούς. Αυτή ήταν η αρχή μιας σειράς μέτρων που πάρθηκαν κατά καιρούς από τους βενετούς αξιωματούχους αλλά ουδέποτε εφαρμόστηκαν. Το ενδιαφέρον είναι ότι το προστύχι ήταν σε χρήση πολύ πριν από το 16ο αιώνα και το εξασκούσαν και οι χριστιανοί. Με την πάροδο του χρόνου προαγορές έκαναν και τα μέλη της Συνέλευσης και οι ρέκτορες και οι επικεφαλής των μισθοφορικών σωμάτων. Το προστύχι είναι εξαιρετικό παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονταν και δρούσαν τα μέλη των τοπικών ελίτ. Προσπάθησαν με θεμιτά μέσα (πρεσβείες, διαμαρτυρίες στις τοπικές βενετικές αρχές) και αθέμιτα (βία) όχι να βελτιώσουν τη θέση τους έναντι των ανταγωνιστών τους αλλά να τους αποκλείσουν από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Στην πρεσβεία του 1592 ζήτησαν να απαγορευτεί στους Εβραίους η μετάβαση στην ύπαιθρο. Έτσι δεν θα μπορούσαν να έλθουν σε επαφή με τους χωρικούς και να προαγοράσουν την παραγωγή τους. Το αίτημα απορρίφθηκε. Παρά τη δύναμή τους σε κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, απέτυχαν να ανταγωνιστούν μια πληθυσμιακή ομάδα που βίωνε την απομόνωση, τη βία και τους εξευτελισμούς. Οι περισσότεροι χωρικοί συνέχισαν να προτιμούν τους Εβραίους για δανειστές τους, ίσως επειδή οι Εβραίοι προσέγγιζαν καλύτερα τον ψυχισμό και τις ανάγκες του αγροτικού κόσμου. Το προστύχι ήταν ένα πρόσχημα. Ο δανεισμός στην ύπαιθρο και στην πόλη ουδέποτε ήταν αποκλειστικότητα των Εβραίων.Φώτης Μπαρούτσος ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΠΙΚΩΝ ΕΛΙΤ ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΒΕΝΕΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ. ΟΙ ΠΡΕΣΒΕΙΕΣ ΩΣ ΘΕΣΜΟΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΙΕΡΑΡΧΙΩΝ*ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας, Ρέθυμνο, 10-13.12.2008
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
[i] ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗΣ, ΕΩΑ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΑ 4 (1999 - 2000): ΟΙ ΠΟΠΟΛΑΡΟΙ ΑΠΕΙΛΟΥΝ ΣΙΚΕΛΙΚΟΥΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥΣ
[ii] Περίληψη της οποίας αναφέρει η καθηγήτρια Έλλη Γιωτοπούλου Σισιλιάνου στο πόνημά της ΠΡΕΣΒΕΙΕΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ (16ος-18ος αι.) σελ.569
[iii] Τέλη Ιουνίου του 1652. Στο χωριό Χωροεπίσκοποι: Η εξέγερση των χωρικών της Κέρκυρας (1652) Εφημερίς ΤΑ ΝΕΑ Αρβανιτάκης Δημήτρης 21 Αυγούστου 2000
Όλη η Βόρειος Κέρκυρα (Κίτρινο και κόκκινο χρώμα) βρίσκονταν σε αναταραχή.
Τα χωριά Σκριπερό – Χωροεπισκόποι βρίσκονται στα Γύρου(Κίτρινο χρώμα)
Την σοβαρότητα τη δείχνει η φράση της πρεσβείας, «ανυπόφορη και επονείδιστη εξέγερση». Σημειώνεται η καταστροφή περιουσιών και ο αναγκαστικός αποκλεισμός των αρχόντων στα τείχη της πόλης μετά από σχετική ειδοποίηση των τοπικών αρχών.
Για να αναγκαστεί η άρχουσα τάξη να κλειστεί μέσα στα τείχη γίνεται αντιληπτή η σοβαρότητα της κατάστασης. Με τον φόβο της εξάπλωσης της στάσης γενικότερα στο νησί, έπρεπε να φροντίσουν το συντομότερο δυνατόν, για την αναχαίτιση της.
Ένα συμβάν επρόκειτο να μετατραπεί σε θρυαλλίδα που θα ανάψει τη μεγάλη φωτιά. Ο γιος του γαιοκτήμονα Ρεγγίνη πηγαίνει για να ζητήσει
το σολιάτικο από μία οικογένεια καλλιεργητών. Εκείνοι ανταποκρίθηκαν, αλλά σε λίγες ημέρες εμφανίστηκε ο γαιοκτήμονας για να ζητήσει τα ίδια. Στην αντίδραση
της οικογένειας απάντησε: «Η πληρωμή στον γιο μου δεν μετράει, γιατί το αφεντικό είμαι εγώ». Μη βρίσκοντας τίποτε άλλο, άρπαξε κάποια εργαλεία και
καβάλησε το άλογό του για να φύγει. Πίσω του εξακοντίζονταν οι κατάρες και τον συντρόφευαν οι βρισιές των θυμάτων. Έξω από το χωριό συνάντησε τους χωρικούς που γυρνούσαν από τα χωράφια. Εκείνοι, μαθαίνοντας τα γεγονότα, όρμησαν και
τον κακοποίησαν. Ήταν η αρχή. «Όπως και η πιο μικρή σύγχυση», σχολίαζε μελαγχολικά ο προβλεπτής και καπετάνιος Ιερώνυμος Φοσκαρίνη, «αναστατώνει την
ανθρώπινη υγεία, όταν εξαιτίας προηγούμενων αιτιών οι χυμοί του σώματος είναι ταραγμένοι, έτσι από μια μικρή σπίθα γεννιούνται οι μεγάλες πυρκαγιές».
Το συμπυκνωμένο μίσος έψαχνε διέξοδο. Ακαριαία. Συγκεντρώθηκαν ομάδες από τα γύρω χωριά. Οι ταραχές απλώθηκαν σε ολόκληρο το βαϊλάτο του Γύρου και σε μεγάλο μέρος του γειτονικού βαϊλάτου του Όρους: κακοποιήσεις γαιοκτημόνων, λεηλασίες κατοικιών, πυρκαγιές, καταστροφή περιουσιών. Οι γαιοκτήμονες δεν τολμούσαν να εμφανιστούν στην ύπαιθρο, η αναταραχή απλωνόταν. Το βαϊλάτο του Γύρου βρισκόταν υπό την άμεση εποπτεία του εκάστοτε Βενετού βαΐλου και γνωρίζουμε ότι πολλές καταγγελίες χωρικών για καταχρήσεις των γαιοκτημόνων παρέμεναν ανενεργές στα συρτάρια του βαΐλου. Γι' αυτό ακριβώς ο τότε βάιλος Ιωάννης Μπέμπο ανέφερε ψευδόμενος στη Σύγκλητο ότι οι χωρικοί «ποτέ δεν παραπονέθηκαν για καταχρήσεις των πολιτών εις βάρος τους, αλλά αυθαιρετώντας και δίχως να αναγνωρίζουν κανέναν ανώτερο, δίχως καν να παραπονεθούν στη Διοίκηση, όπως όφειλαν, για να λάβουν την αρμόζουσα ανακούφιση, πήραν τη δικαιοσύνη στα χέρια τους».[i]
-----------------------------------------------------------------------------------
[i] Ο.π.
Οι στασιαστές με επικεφαλής τους Στ.Ραματά και Γουδέλη προσκάλεσαν στο χωριό Σκριπερό τον προβλεπτή Φοσκαρίνη για να συζητήσουν .
Ο Φοσκαρίνη, καταρχήν, απέστειλε κατά των εξεγερμένων τον διοικητή του ιππικού με τις δυνάμεις του. Αντίστροφο αποτέλεσμα: όχι μόνο «δεν βρήκε τον
απαιτούμενο σεβασμό», αλλά οι εξεγερμένοι πολλαπλασιάστηκαν. Τότε επιχείρησε τη συνδιαλλαγή, σπεύδοντας να συναντήσει ο ίδιος τους εξεγερμένους. Αρκετοί πολίτες γαιοκτήμονες προσφέρθηκαν να τον συνοδέψουν, αλλά εκείνος αρνήθηκε, για να μην ερεθίσει τους χωρικούς. Καλύπτοντας την πρόσκαιρη αδυναμία του, εξαιτίας της έλλειψης ικανών στρατιωτικών δυνάμεων, υπό τον μανδύα του
ανθρωπισμού «δεν ταιριάζει στον δόγη η αυστηρότητα απέναντι στους υπηκόους του, που είναι σαν παιδιά του» ζήτησε να του υποβάλουν τα αιτήματά τους.
Εκείνοι κατήγγειλαν τους γαιοκτήμονες και φεουδάρχες για προσβολές των γυναικών τους, για παράνομες αγγαρείες, για ιδιοποιήσεις των προϊόντων και των
περιουσιών τους, κυρίως όταν εκείνοι υπηρετούσαν στις γαλέρες, για καταλήστευσή τους μέσω της τοκογλυφίας, για αδυναμία να βρουν το δίκιο τους.
«Κατέληξαν σ' αυτές τις ταραχές», σημείωνε, «για να παρακινήσουν την υπέρτατη χείρα της Δικαιοσύνης να σταματήσει μια για πάντα τις βλάβες που υφίστανται».
Οι συναντήσεις συνέτειναν σε πρόσκαιρη εκτόνωση.[i]
Δύο ημέρες άκουγε ο προβλεπτής τα παράπονα των χωρικών και παρά την εκτόνωση, δεν λύθηκε κανένα πρόβλημα τους. Οι ταραχές ξανάρχισαν.
Η εξέγερση ήταν πρόχειρη κι αυθόρμητη, με αφορμή το πιο πάνω τυχαίο γεγονός. Βασική αιτία όμως ήταν η επί σειρά ετών, καταπίεση κι αγανάκτηση. Ο Γενικός Προβλεπτής Mολίν επιστρέφοντας από αποστολή στα άλλα νησιά του Ιονίου, οδήγησε τη γαλέρα του στην ακτή του Ύψου όπου αποβίβασε στρατιώτες και πυρομαχικά. Οι στασιαστές οχυρώθηκαν στον Άγιο Παντελεήμονα, απέκλεισαν τις διόδους κι άρχισαν την ανταλλαγή πυρών με τους στρατιώτες που ανέβαιναν το βουνό του Παντοκράτορα. Ο οπλισμός τους λιγοστός και πολύ κατώτερος των βενετσιάνων, δεν βοήθησε στην απώθηση των επιτιθεμένων. Εξέγερση ανοργάνωτη χωρίς σχέδιο και στόχο, ήταν επόμενο να μην αντέξει. Τελικά απέτυχε και οι στασιαστές αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Οι αρχηγοί επικηρύχτηκαν με την υπόσχεση σε όποιον τους πρόδιδε να του χαρίζονταν οι ποινή έστω κι αν ήταν κατάδικος.
Ο Ραματάς συνελήφθη και φυλακίστηκε. Παρά τη σύλληψη του οι συνωμότες σκορπίστηκαν και συγκεντρώθηκαν σε διάφορα σημεία. Ο φόβος των προνομιούχων πολιτών ήταν τόσο μεγάλος που δεν τολμούσαν να βγουν στην ύπαιθρο για να αξιολογήσουν τις ζημιές τους. Όπως τονίζεται στην πρεσβεία, οι πολεμικές στιγμές που περνούσε το κράτος ήταν δύσκολες. Αυτό διπλωματικά είχε επιβάλει στους Ευγενείς να κρατήσουν την αρχική τους σιωπή. Η απουσία του Γενικού Προβλεπτή Μολίν θα κινδύνευε να δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα ασφάλειας σ’ αυτούς, αν δρούσαν διαφορετικά. Παρακαλούν τον Δόγη να σκεφτεί ιδιαίτερα το σοβαρό αυτό πρόβλημα και να το αντιμετωπίσει στο βάθος του κακού. Να αποκαλυφθούν τα πάντα και σαν νέος Ηρακλής να κόψει όλα τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας, για να λάβει τέλος αυτή η κατάσταση, για να παρηγορηθεί και διασωθεί η πόλη και όλο το νησί.
Το αίτημα αυτό ψηφίστηκε τις 27 Αυγούστου 1652.
Παρόλο που αναφέρεται ότι οι στασιαστές αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και ότι συνελήφθηκε ένας από τους αρχηγούς τους, φαίνεται ότι η κατάσταση δεν ομαλοποιήθηκε. Έχουμε τους πρέσβεις να επανέρχονται στο τέλος του έτους κι ακριβώς την 31η Δεκεμβρίου με το ίδιο αίτημα καθώς όπως υποστηρίζουν, οι εξεγερμένοι χωρικοί τους προσβάλουν. Υποστηρίζουν, με μεγάλη πεποίθηση ότι εφόσον συνεχίζεται η ίδια κατάσταση μπορούν οι ίδιοι να αντιμετωπίσουν τους εξεγερμένους καθότι δεν τους λείπει το θάρρος, αλλά αποφασίζουν να μείνουν πιστοί στο κράτος και την δικαιοσύνη. Απαιτούν να σταλεί ένας ανακριτής για να προχωρήσει σε βάθος έρευνα και να ανακαλύψει τους υποκινητές, τους πρωτεργάτες και να επιβληθούν οι αυστηρότερες των ποινών. Καταλήγουν το αίτημα αυτό με μια έμμεση απειλή «Άλλωστε οι στάσεις αρχίζουν εναντίον ιδιωτών και καταλήγουν εναντίον του κυριάρχου».
Τελικά αποδεικνύεται ότι επί ένα εξάμηνο οι φόβοι των προνομιούχων δεν είχαν εκλείψει .
--------------------------------------------------------------------------------------
[i] Ο.π.
Με την πολιτική της Βενετίας φτιάχτηκαν δύο αντικρουόμενες ομάδες με δικά τους συμφέροντα και αντιπαλότητες. Από τη μεριά της διοίκησης ήταν οι Ιταλοί αξιωματούχοι, στρατιωτικοί, πληρώματα του στόλου, βαρόνοι , καθολικός κλήρος κι από την άλλη πλευρά οι ομάδες των Ελλήνων μη προνομιούχων πολιτών, αστών, λαϊκών (popolari)[i] και χωρικών… Η οικονομική πολιτική της Βενετίας, η συμμετοχή των Κερκυραίων σε όλους σχεδόν τους Βενετικούς πολέμους , οι τραγικές απώλειες κατά τις απόπειρες κατάληψης του νησιού από τους Τούρκους, η εξουθενωτική εργασία στο οχυρωματικά έργα , η τυραννία που δοκίμαζε ο πληθυσμός από την ληστρική συμπεριφορά των αντρών του στόλου, η υποχρεωτική υπηρεσία των Κερκυραίων στις γαλέρες, η οικονομική εκμετάλλευση των χωρικών και ο καθολικός κλήρος…. ήταν φυσικό να κρατούν το κατακτημένο πληθυσμό σε συνεχή δυσφορία.[ii]
Επικαλούμεθα και να στεκόμαστε στη φράση «ουδέν κακόν αμιγές καλού». Με την κυριαρχία της Βενετίας δίνονταν η ευκαιρία να φύγουν στην Ευρώπη πολλοί ντόπιοι, κύρια μετά της Τουρκικές πολιορκίες και ιδιαίτερα την παντελή καταστροφή του 1537. Εκεί διέπρεπαν έχοντας ριζωμένη την ελληνικότητα τους. Οι κερκυραίοι μαζί με άλλους Έλληνες λόγιους μετέφεραν τις αξίες του Ελληνικού κλασικισμού στην Ευρώπη, η οποία χρειάζονταν να αναγεννηθεί και ζητούσε να ξεφύγει από τα ιδεολογικά δεσμά των Σκοτεινών Χρόνων. Αναφέρουμε ονόματα επιφανών Κερκυραίων τον 16ο αι. Αντώνιος Έπαρχος, Νικόλαος Σοφιανός, Ιωάννης Ξενόδοχος, Ιουστίνος Δεκάδυος, Ιωαννίκιος Καρτάνος, Νίκανδρος Νούκιος, Ιάκωβος Τριβώλης, Θωμάς Διπλοβατάτζης, Πέτρος Αρκούδιος, Μαυρομάτης Ιωάννης κ.α.
Όπως και να έχει όμως δεν παύει η κατάσταση να ήταν μια σχέση κατακτητή και κατεκτημένου. Σκληρή και απαξιωτική η Βενετία, καταλύοντας κάθε έννοια δικαίου, μη έχοντας καμία κοινωνική ευαισθησία, απομυζούσε τον κόπο του λαού μη προσφέροντας σταγόνα ευημερίας παρά μόνο στους έμπιστους της, εκ των οποίων οι Έλληνες θα μπορούσαν ,με την ευρεία έννοια να θεωρηθούν προδότες.
----------------------------------------------------------------------------------------
[i] Η λαϊκή τάξη αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι πληθυσμού της Χώρας που ζει και δρα σύμφωνα με αντιλήψεις βασισμένες στη θρησκεία και την πατριαρχία, χωρίς κοινωνική συνείδηση ή πολιτική έκφραση, υποδουλωμένο, με ελάχιστους μισθούς προερχόμενους από υπηρεσίες στους “αρχόντους”, μικροεμπορία, και διάφορες τέχνες (ξυλουργική κ.α).:Διοικητική Γεωγραφία της Κέρκυρας τα χρόνια της Ενετοκρατίας. ΔΜ Κοντού - 2016
[ii] Ο.π. Έλλη Γιωτοπούλου Σισιλιάνου.σελ 215-216