Η ημερομηνία γέννησής του είναι ασαφής, όπως και οι λεπτομέρειες της ζωής και της σταδιοδρομίας του. Άλλοι υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε το 1812, και άλλοι, το 1814. Πρεοερχόταν από πλούσια οικογένεια. Ξεκίνησε τις μουσικές του σπουδές σε ηλικία έντεκα ετών, με μαθήματα στη θεωρία της μουσικής και με δάσκαλό του τον συνθέτη Νικόλαο Χαλικιόπουλο-Μάντζαρο. Εκπαιδεύτηκε επίσης ως κιθαρίστας. Η δεξιοτεχνία του στην κιθάρα και το φιλόμουσο πάθος του, φάνηκαν από πολύ μικρή ηλικία
Το 1834 πήγε στη Νάπολη για να συνεχίσει τις σπουδές του. Επί μια τριετία μαθήτευσε δίπλα στον διευθυντή του Βασιλικού Ωδείου της Νάπολης Νικολό Αντόνιο Τσινγκαρέλι και ήταν ένας από τους τελευταίους μαθητές του.
Ο Τσιγκαρέλι γεννήθηκε στην Νάπολη στις 4 Απριλίου του 1752 και πέθανε 5 Μαΐου του 1837.
Το 1813 πήρε την θέση του διευθυντού του Βασιλικού Ωδείου της Νάπολης. Ανάμεσα στους μαθητές του υπήρξε ο Vincenzo Bellini, ο Μάικλ Κόστα, Saverio Mercadante, Piero Maroncelli,ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος και ο Σπυρίδων Ξύνδας.)
Ο Ξύνδας μετά τον θάνατο του Τσινγκαρέλι, επέστρεψε στην Κέρκυρα και παρακολούθησε μαθήματα αρμονίας, τα οποία αφιλοκερδώς παρέδιδε ο πρώτος δάσκαλός του και ιδρυτής της Επτανησιακής Σχολής, Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος. Η συνολική μαθητεία του δίπλα στον Μάντζαρο κράτησε 18 ολόκληρα χρόνια. Περιγράφεται ως "κιθαρωδὸς ἔξοχος ... οἰκεῖος πρὸς πάντα τὰ ὄργανα, ἄριστος ἅμα εἰς τὴν ἐνοργάνωσιν καὶ διδασκαλίαν τῆς φωνητικῆς μουσικῆς" ("Εστία", 24.2.1896). Με τον δάσκαλό του ο Ξύνδας, συνεργάστηκε στενά για την ίδρυση της "Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας". Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να αναπτυχθεί μεταξύ τους μια δυνατή φιλία, η οποία κράτησε για πάρα πολλά χρόνια.
Ο Μάντζαρος έγινε ισόβιος καλλιτεχνικός διευθυντής της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύραςκαι συχνά έδινε στίχους για μελοποίηση στον φίλο και μαθητή του. Χάρη στην εκπαιδευτική ικανότητα και δουλειά του Μάντζαρου, πολλοί Επτανήσιοι μορφώθηκαν μουσικά.Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη γενιά Επτανησίων συνθετών, μεταξύ αυτών ο Σπυρίδων Ξύνδας ο Παύλος Καρρέρ και ο Φραγκίσκος Δομενιγίνης. Ο μεγάλος σεβασμός που έτρεφε ο Ξύνδας προς το πρόσωπο του Νικόλαου Μάντζαρου φανερώνεται από το γεγονός, πως το 1862, εκτέλεσε την παρακάτω ακροστοιχίδα, προς τιμήν του διδασκάλου του, την ημέρα της γιορτής του, του Αγίου Νικολάου.
«Nome si caro e celere
In tutto il mondo suona
Coll’ armonia nell’ anima
Ogni espressione risuona
La terra, il ciel ripetono
Orfeo l’ inspira e Amor.
Ma d’ogni parte un giulilo
A scolto in guesto giorno,
Nunzio dal ciel adomo
Zelante messaggieri
………………………..
Rendendoti immortale
Ogni mortale elogio, sta parte non val»
Μετάφραση
«Όνομα τόσο αγαπητό και ένδοξο ηχεί σε όλο τον κόσμο, μετά δε της αρμονίας στη ψυχή αντηχεί κάθε έκφραση.Η γη και ο ουρανός το επαναλαμβάνουν και ο Ορφέας και ο Έρωτας το εμπνέει.Αλλά από παντού ακούς τη σήμερον χαρά. Ζηλωτής άγγελος εξ’ ουρανού καταθέτει επί της κεφαλής σου δάφνη, κάνοντας σε αθάνατο. Άρα κάθε θνητό εγκώμιο για σένα είναι τώρα περιττό».
Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος πέθανε 12 Απριλίου του 1872 Ο Ξύνδας μαζί με τους, Ε. Λαμπελέτ, Λ. Αλβάνα και Δ. Αγαθίδη, ήταν οι τέσσερις παραστάτες στο φέρετρο του μεγάλου συνθέτη.
Στην Φιλαρμονική Εταιρεία ο Ξύνδας δίδαξε για περίπου 20 χρόνια, κυρίως θεωρητικά μαθήματα, αλλά και εκκλησιαστική μουσική.
Το 1884 μετείχε στην κριτική Επιτροπή Διαγωνισμού σύνθεσης που προκήρυξε η Φιλαρμονική. Ο πιο διακεκριμένος μαθητής του ήταν ο συνθέτης του Ολυμπιακού Ύμνου, Σπύρος Σαμάρας.
Η διδακτική για αυτόν ήταν ένας τρόπος για να βγάζει τα προς το ζην.
Όπως αναφέρεται στο αρχείο και στην ιστοσελίδα της Φιλαρμονικής «Μάντζαρος» (έτος ίδρυσης 1890)………..
Tο 1888 μία ομάδα 20 περίπου φιλόμουσων νέων κερκυραίων ίδρυσε ένα κέντρο το οποίο ονόμασε ``Ψυχαγωγικόν``. Η θεατρική και μουσική κίνηση της Κέρκυρας, την χρονική εκείνη περίοδο, ήταν από τα προσφιλέστερα θέματα των συζητήσεων των νέων, όλοι οι νέοι γνώριζαν κάτι από μουσική, οι δε καλιφωνότεροι είχαν διδαχθεί φωνητική μουσική εις τον προϋπάρξαντα Σύλλογο ``Καποδίστριας``, από τους μουσικοδιδασκάλους Ξύνδα και Ρινόπουλο
Στην κιθάρα θεωρείτο μεγάλος δεξιοτέχνης αλλά και εξαίρετος κιθαρωδός, δίνοντας συναυλίες σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας,την Κωνσταντινούπολη,την Αλεξάνδρεια,την Σμύρνη.Πρέπει να σημειώσουμε ιδιαίτερα την εμφάνισή του στην Σιένα όπου πρωτόπαιξε την «Ισπανική υποχώρηση» του Ισπανού κιθαρίστα Χάιμε Μπος ενώπιον του βασιλιά της Ιταλίας.Δώρο του βασιλιά προς αυτόν ήταν μια πολύτιμη κιθάρα.
Το 1856 έπαιξε στο «Ξενοδοχείο της Αγγλίας» στην Αθήνα, δικά του κομμάτια προκαλώντας τον ενθουσιασμό της Ελληνικής Νεολαίας.
Αποτέλεσμα αυτού ήταν, ο δικηγόρος Ν.Πανταλέων μετά από έναν εξαιρετικό λόγο που εκφώνησε για τον συνθέτη και κιθαριστή, να του προσφέρει εκ μέρους της νεολαίας ένα περίτεχνο στεφάνι.
Κατά το χρόνο παραμονής του στην Αθήνα, έδωσε μια παράσταση μπροστά στον βασιλιά Όθωνα και την βασίλισσα Αμαλία με τα πιο δύσκολα κομμάτια κλασικής μουσικής. Ήταν δε τόση η ευχαρίστηση του βασιλιά, που την επομένη έστειλε αποστολή στον κιθαριστή, να τον ρωτήσει, αν προτιμά παράσημο ή μια στηθοβελόνα από το στήθος της βασίλισσας. Ο Ξύνδας προτίμησε το δεύτερο.
Οι περισσότερες πληροφορίες προέρχονται από το πιο κάτω άρθρο του Ζακυνθινού Σ.ΔΕ ΒΙΑΖΗ
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΒΟΣΠΟΡΟΣ» 13/10/1907
Τα τραγούδια του
.Παρουσιάζουμε πρώτα τα τραγούδια του συνθέτη αντί τα μεγάλης διάρκειας οπερετικά έργα του για δύο κυρίως λόγους.
1ον )Γιατί μας προϊδεάζουν για την μουσική που συνέθεσε στα μεγάλα του έργα και ιδιαίτερα με την όπερά του Ο Υποψήφιος που σηματοδοτεί το Ελληνικό Μελόδραμα και
2ον )διότι στα Επτάνησα κατά τον 19ο αιώνα,αλλά και μετά την ένωση με την Ελλάδα, τα τραγούδια προέρχονταν πολύ συχνά από δημοφιλείς άριες και «σκηνές» από όπερες της εποχής, οι οποίες παρουσιάζονταν ως ανεξάρτητα φωνητικά κομμάτια, επισκιάζοντας κάθε άλλο μουσικό είδος. Δεν είναι λοιπόν διόλου παράδοξο το γεγονός, ότι όλοι σχεδόν οι εκπρόσωποι της σχολής που άφησε πίσω του ο Μάντζαρος, έγραψαν τραγούδια για φωνή και πιάνο, τα οποία όμως παρέμεναν σχεδόν πάντοτε στην σκιά των μελοδραματικών τους δημιουργιών και συνήθως αντιμετωπίζονταν ακόμη και από τους ίδιους ως «πάρεργα» σε ύφος λαϊκής καντάδας ή ιταλικής όπερας.
Σημειώνεται ότι από το 1840 τα λόγια από τα έργα του είναι γραμμένα στη Δημοτική γλώσσα ή καλύτερα στην καθομιλουμένη στα Επτάνησα
Ο Ξύνδας υπήρξε επίσης πολύ στενός φίλος με τον Διονύσιο Σολωμό και ίσως ο σημαντικότερος μελοποιός του μετά τον Μάντζαρο.
Κάποια από τα ποιήματα αυτά ήταν:
«Αθλία ψυχή» (η μίμηση του τραγουδιού της Δυσδεμόνας,του Σολωμού).
Την σύνθεση αυτή μαζί με δύο άλλα τραγούδια το Το νάνι νάνι και το όνειρο ακούμε στο πιο κάτω βίντεο που η ηχογράφηση προέρχεται από το «Αρχείο Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών»
«Ο πατρικός τάφος» («προς τον Κύριον Δε Ρώσση»),
«Αυγούλα»
Η Αυγούλα που να ναι;
Κοντεύει το βράδυ
και μαύρο σκοτάδι
πλακώνει τη γη.
Πηγαίνει εκεί που ναι
μακρύ κυπαρίσσι ;
πηγαίνει στη βρύση ;
Δεν είναι ουδ εκεί
Στ αλώνι, στ αμπέλι
στο δρόμο κοιτάζει
και τέλος φωνάζει
«Αυγούλα μου, Αυγή!»
«Αυγή μου», συχνότατα
του βγήκε απ τα στήθη
και «Αυγή μου» απεκρίθη
μιαν άλλη φωνή
Η Αυγούλα [Μουσική Σπ.Ξύνδα - Στίχοι Αγνώστου]
Greek Radio Television (E.R.T.) Choir. Dir: Antonis Kontogeorgiou
Χορωδία Ε.Ρ.Τ. Διεύθυνση: Αντώνης Κοντογεωργίου
«Η ξανθούλα.»
«Του πατέρα σου όταν έλθεις»
Η Αυτοκράτειρα Ελισσάβετ φτάνει για πρώτη φορά στην Κέρκυρα στις 27 Ιουνίου 1861. Ο ΄Αγγλος Αρμοστής θέτει αμέσως στην διάθεσή της τα Ανάκτορα της πόλεως και την εξοχική του έπαυλη ,το Mon Repos. Μαζί με την έπαυλη διατίθεται και το παρακείμενο αγροκήπιο του Έπαρχου Ηλία Βασιλάκη. Ο Κερκυραϊκός λαός παρόλο που δεν συμπαθούσε την Αυστρία γιατί αντιτάσσονταν τότε στα εθνικά μας δίκαια, αισθάνθηκε χαρά και υπερηφάνεια για την επιλογή της Ελισσάβετ.Οι Κερκυραίοι βουλευτές υπέβαλλαν θερμές ευχές.Ο Νικόλαος Δηλεός δημοσίευσε σε εφημερίδα μακρόστιχο ποίημα που μελοποίησε ο Σπυρίδων Ξύνδας το οποίο απεστάλη στην αυτοκράτειρα, η οποία με την σειρά της τους ευχαρίστησε θερμά.
Με βάση εκδόσεις τραγουδιών του Ξύνδα (του Οίκου Ζαχ. Βελουδίουή κερκυραϊκές) από τις οποίες ελάχιστες σώζονται , και τις πληροφορίες καταλόγων ορισμένων εξωφύλλων, άλλα τραγούδια του Ξύνδα, αχρονολόγητα όμως , είναι:
. Τα "12 Άσματα Ελληνικά" (για μία, δύο και τρεις φωνές με πιάνο) τα οποία είναι αφιερωμένα στον Όθωνα. Αυτά βρίσκονται στην Musikhandschriften der Bayerischen Staatsbibliothek στο Μόναχο. Από αυτό το άλμπουμ παρουσιάσαμε ήδη τις παρτιτούρες των τραγουδιών «Ξανθούλα» και «Αυγούλα». Πιο κάτω παρουσιάζεται το υπόλοιπο άλμπουμ.
«ΣΤΑ ΧΟΡΤΑ ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ»
«ΠΟΣΕΣ ΗΜΕΡΑΙΣ ΘΛΙΒΕΡΑΙΣ»
«ΤΩΝ ΑΔΥΝΑΤΩΝ ΕΙΝΑΙ»
Σπύρου Ξύνδα, Των αδυνάτων είναι.
Ενορχήστρωση Άλκη Μπαλτά.
Η Ροζαλίντα Πουλημένου και ο Παντελής Κοντός με την Συμφωνική Ορχήστρα της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας υπό την διεύθυνση του αρχιμουσικού Άλκη Μπαλτά.
Από την εκδήλωση «Ο Σπύρος Σαμάρας και η εποχή του» που έγινε το Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011 στο Δημοτικό Θέατρο Κερκύρας για την επέτειο των 150 χρόνων από την γέννηση του Σπύρου Σαμάρα.
«ΑΝ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΖΩ»
«ΜΕΤΡΩ ΣΧΕΔΟΝ ΤΡΕΙΣ ΧΡΟΝΟΥΣ»
«ΤΑΦΕ ΣΚΛΙΡΕ ΠΟΥ ΚΡΙ΄ΦΤΙΣ»
«ΣΑΝ ΡΟΔΟ ΠΟΥ ΒΓΕΝΕΙ»
«ΓΛΥΚΟΦΕΓΓΕΙ ΚΑΙ Τ’ΑΣΤΡΑ ΤΖ’ΑΥΓΟΥΛΑΣ»
«ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΒΡΙΣΚΟΜΟΥΝ ΣΧΟΛΗ»
Παραδοσιακή παραλλαγή του τραγουδιού "Το όνειρο" (ποίηση Αχ.Παράσχου - μουσική Σπ.Ξύνδα) .
"Τ' Αργαστήρι" είναι συγκρότημα παραδοσιακών τραγουδιών αποτελούμενο από τα μέλη της Χορωδίας Κέρκυρας Γ.Ανυφαντή (πρίμος) Πρ.Καφαράκη (σιγόντος) Σπ.Μέξα (βαρύτονος) Σπ.Χανδρινό (μπάσσος).
Κιθάρα Σπ.Τσουκαλάς, μαντολίνο Ν.Πουλής βιολί Κ.Αρμένης
Βίντεο εγγραφή: Σπ.Σουρβίνος
Ήχος: CD Μ.Μ.Α.
Βίντεο Μονταζ: Tetrafonia
Παρτιτούρα με 8 τραγούδια του.
Οι όπερές του
Ο υποψήφιος
Η όπερα αυτή είναι η πρώτη με κείμενο στην Ελληνική Γλώσσα. Για το λόγο αυτό ο Ξύνδας θεωρείται ο Πρωτεργάτης της Ελληνικής όπερας .Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρουμε ότι το 1819 είχε γίνει μια απόπειρα Ελληνικού μελοδράμματος το οποίο στην ουσία ήταν ένα μπαλέτο με τον τίτλο «Η παρά Φαίαξιν άφιξης του Οδυσσέως» στο οποίο απαγγέλονταν ποιήματα του Γεωργίου Ρίκη και είχε μελοποιηθεί από τον Στέφανο Πογιάγο.
Υπόθεση του έργου
Τα κατωτέρω είναι πληροφορίες αντλούμενες από κριτικές της εποχής.
Το έργο, που είναι διανθισμένο με φολκλορικά στοιχεία από την επτανησιακή (και όχι μόνο), εκτυλίσσεται στο εξωαστικό περιβάλλον της Κέρκυρας, κατά τη διάρκεια της Αγγλοκρατίας και θίγει τα προβλήματα του αγροτικού πληθυσμού και την ηθική υπόσταση των ντόπιων πολιτικών.Η υπόθεση του έργου, όπως και οι περισσότερες υποθέσεις μελοδράματος, περιστρέφεται γύρω από τον έρωτα δύο νέων, του Γιώργη και της Χριστίνας. Οι δύο νέοι προσπαθούν να πείσουν τον πατέρα της Χριστίνας Γέρο- Γιάγκο. Κατά τύχη εμφανίζεται ένας υποψήφιος βουλευτής, καβάλα σε ένα γαϊδούρι. Προκειμένου να εξασφαλίσει τις ψήφους των δύο νέων, πείθει τον πατέρα να συγκαταθέσει στην ένωση του ζευγαριού, αφού πρώτα του υπόσχεται, πως αν εκλεγεί, θα τον κάνει προεστό του χωριού. Τελικά έτσι και γίνεται.
Την πληρέστερη ανάλυση για το έργο αυτό έχει κάνει ο ερευνητής και λέκτορας του Ιονίου Πανεπιστημίου Κώστας Καρδάμης.Την δημοσίευσε στα ΧΡΟΝΙΚΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ τόμος 43/2005-2006 και είχε την καλοσύνη να μας την στείλει. Τον ευχαριστούμε πολύ για την προσφορά του.
Την έρευνα αυτή την δημοσιεύουμε ολόκληρη συνοδεύοντάς την με φωτογραφίες και ντοκουμέντα του Corfu Museum.
1)Ιωάννης Ρινόπουλος
Κέρκυρα 1831-1915.
Επτανήσιος ποιητής, μουσικός και πολιτικός της Ιονίου Πολιτείας.
Σπούδασε στο Λύκειο της Ιονίου Πολιτείας και όταν αποφοίτησε διορίστηκε μοίραρχος της τότε Χωροφυλακής. Επειδή διέπρεψε σε αυτή τη θέση, μετά από βραχύχρονο διάστημα, διορίστηκε υπάλληλος της Γερουσίας της Ιονίου Πολιτείας, όπου και παρέμεινε μέχρι λίγο μετά την Ένωση της Επτανήσου με την υπόλοιπη Ελλάδα
Εφημερίδα, Η Επτάνησος, τεύχος 10, Αύγουστος 1931, σελ 11.
2)
(Αναγνωστική Εταρεία Κερκύρας)
Οι πιο πάνω σημειώσεις μας γνωρίζουν… «….Ακόμη και ο ίδιος ο Ξύνδας,που κοντά στα άλλα του προσόντα είχε και περίφημη φωνή μπάσσου καντάμπιλε έπαιξε στο έργο του τον ρόλο του δύστροπου προύχοντα χωρικού Γέρο-Γιάγκου….»
Τα σκηνικά ήταν πολύ πετυχημένα. Οι φορεσιές με βράκες και φέσια των Κερκυραίων χωρικών ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με την ενδυμασία του υποψήφιου που παρουσιαζόταν με παντελόνι και μεγάλο καπέλλο, δηλαδή με τα “φράγκικα”. Δεν ξέρουμε αν στην πραγματικότητα έπαιρνε την ψήφο του λαού. Στο θέατρο, όμως, ανακηρύχτηκε βουλευτής δια βοής. Φανταστείτε τον ακράτητο ενθουσιασμό των θεατών και τα παταγώδη χειροκροτήματα όταν ακουγόταν απ’ όλη τη χορωδία το “Δέξου τον υποψήφιον”! Η υποδοχή του υποψήφιου υπό τους γδούπους του νταουλιού και μόνο, έδινε το ελληνικό χρώμα του έργου. Αποθέωση γνώρισε ο οξύφωνος Αποστόλου με τη μονωδία του “Πάντα θυμούμαι εκείνο το βράδυ, ήτο φεγγάρι στον ουρανό, πήγαινε μόνη εις το πηγάδι, μ’ είδε και μου ‘πε: σεν’ αγαπώ!”. Στα διαλείμματα οι θεατές απόλαυσαν διάφορες ατραξιόν. Πρώτα, ο ίδιος ο Ξύνδας έβγαινε και έπαιζε με την κιθάρα συνθέσεις του. Επειτα, ακολουθούσε ο ταχυδακτυλουργός Ασπιώτης που άφηνε με το στόμα ανοιχτό όλους με την επιδεξιότητά του. Η σκηνοθεσία έδειξε ακραίο ρεαλισμό, εμφανίζοντας στη σκηνή τον υποψήφιο πάνω σε γαϊδουράκι και καθισμένο στο σαμάρι να βγάζει το λόγο του, ενώ από τα χειροκροτήματα ευχαριστημένο το ζώο κουνούσε τα αυτιά. Η πρωταγωνίστρια Χριστίνα τραβώντας με ένα σκοινάκι την ακούρευτη προβατίνα της τραγουδούσε: “Και στην απελπισιά, στα βάσανά μου, μονάχα την αρνάδα έχω κοντά μου”. Υπήρχαν και τα απρόοπτα εκτός προγράμματος, όπως σε μια περιπαθή διωδία, που ακούστηκαν άγρια γαυγίσματα και πετάχτηκε πάνω στη σκηνή ένας αδέσποτος σκύλος. Το τι έγινε μπορεί κανείς να φανταστεί. Παίχτηκε και στην Πάτρα, στη Σύρο και σε όλες τις μεγάλες ελληνικές παροικίες με μεγάλη επιτυχία επί χρόνια
( Του μουσικού Κυριάκου Ζαχαρενάκη Εφημερίς ΠΑΤΡΙΣ :: Κρήτη)
Σύμφωνα με τους κριτικούς της εποχής, η πρώτη εκδοχή του έργου ήταν πολύ απλοϊκή, χωρίς καμία πρωτοτυπία και φανερά επηρεασμένη από το ιταλικό μελόδραμα. Η υπόθεση του έργου ήταν αφελέστατη και κοινότυπη. Ένα κράμα Ιταλικής και Επτανησιακής τέχνης.
3)Η πρώτη μεγάλη παρουσίαση του έργου, έγινε 12 Μαρτίου του 1888 στην Αθήνα στο θέατρο Μπούκουρα. Αυτή τη φορά η παρουσίαση του έργου έγινε υπό την διεύθυνση του νεότατου τότε σπουδαίου μουσουργού Ναπολέωντος Λαμπελέτ.
Ναπολέων Λαμπελέτ (1864;-1932)
Από αξιόλογη μουσική οικογένεια της Κέρκυρας, ο Ναπολέων Λαμπελέτ σπούδασε στο Ωδείο της Νάπολης στην Ιταλία και στη συνέχεια διορίστηκε καθηγητής στο Ωδείο Αθηνών, απ’ όπου όμως παραιτήθηκε γρήγορα. Το 1895 έφυγε από την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου έκανε λαμπρή καριέρα ως μαέστρος και συνθέτης. Διετέλεσε μαέστρος της μεικτής χορωδίας στην Αγία Σοφία του Λονδίνου. Ο Ναπολέων Λαμπελέτ συνέθεσε όπερες, οπερέτες, έργα για πιάνο καθώς και σκηνική μουσική. Έγραψε έντεχνα τραγούδια σε ποίηση γνωστών Ελλήνων ποιητών.
Θέατρο Μπούκουρα
Η παράσταση αυτή είχε μεγάλη επιτυχία και χειροκροτήθηκε θερμά.
Πρωταγωνιστές ήταν: Ο Ιωάννης Αποστόλου στο ρόλο του Γιώργη. Τον ρόλο της Χριστίνας έπαιξε η διάσημη υψίφωνος του ιταλικού μελοδράματος Αικατερίνη Μποταρέλλι.Στο ρόλο του Γέρο-Γιάγκου ο κερκυραίος κωμικός βαρύτονος Αντώνης Λάνδης. Και τον υποψήφιο έπαιξε ο οξύφωνος Βασίλης Λαλαούνης.
Σύμφωνα με τους κριτικούς της εποχής, ο Ναπολέων Λαμπελέτ έφτασε το έργο αυτό στο απόγειό του. Το διάνθισε με νέα μουσικά στοιχεία, τα οποία δεν μπορούσαν να αφήσουν απαθές το κοινό. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει μια κριτική της εποχής, «ο Λαμπελέτ μετ’αυταπαρνήσεως και έκτακτην ενέργεια κατόρθωσε να αναγεννήσει νεκρό ελληνικό μελόδραμα». Επίσης, πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός, ότι οι πρωταγωνιστές του έργου ήταν οι καλύτεροι της εποχής και όχι ερασιτέχνες όπως την πρώτη φορά στην Κέρκυρα. Για το λόγο αυτό, το θέατρο του Μπούκουρα γέμισε από αριστοκρατία και φυσικά, παρών ήταν και ο υπουργός των Ναυτικών Κερκυραίος Γεώργιος Θεοτόκης.
Η δεύτερη παρουσίαση έγινε στον Πειραιά, στο θέατρο του θεατρικού επιχειρηματία Αναστασίου Τσόχα, στις 15 Απριλίου 1888. Λίγους μήνες δηλαδή, μετά την πρώτη. Οι πηγές της τότε εποχής, αναφέρουν πως ενώ το έργο ήταν πλήρης, μιας και την επιμέλεια είχε αναλάβει και πάλι ο Ν. Λαμπελέτ, δόθηκαν μόνο 10 παραστάσεις μέσα σε ένα μήνα. Το έργο δεν έτυχε θερμής υποδοχής από το κοινό. Παρόλα αυτά στο θέατρο παρέστησαν οι περισσότεροι φιλόμουσοι της κοινωνίας.
Το πιο πάνω δημοσίευμα αποδεικνύει την αποτυχία της δεύτερης παράστασης.
Σε άλλο δημοσίευμα του Κώστα Καρδάμη σημειώνεται:
Έργα Ελλήνων συνθετών στο μουσικό αρχείο της Φιλαρμονικής Εταιρείας “Μάντζαρος” (Κέρκυρα)
…………Κλείνουμε αυτή τη σύντομη παρουσίαση με μια ιδιαίτερη αναφορά στο μέρος του βιολιστή-μαέστρου της όπερας Ο Υποψήφιος του Σπ. Ξύνδα.
Το εύρημα του αρχείου της Φ.Ε.Μ. είναι το μοναδικό γνωστό ως σήμερα. Έχει διαστάσεις 31,2Χ23,4 και περιέχει και τις τρεις πράξεις του έργου. Σε μια από τις εσωτερικές σελίδες του υπάρχει η ημερομηνία “Κέρκυρα, 10 Μαρτίου 1872”, αλλά δεν διευκρινίζεται αν πρόκειται για ημερομηνία αντιγραφής της παρτιτούρας, ημερομηνία πρόβας ή ημερομηνία εκτέλεσης του έργου. Πρόκειται για μια συντόμευση της παρτιτούρας της όπερας για τον πρώτο βιολιστή της ορχήστρας (γι’ αυτό και η ένδειξη Concertino στη δεύτερη σελίδα)που εκτελούσε και χρέη διευθυντή της την ώρα της παράστασης, αλλά και κατά την προετοιμασία της.
Στην παρτιτούρα αυτή σημειώνονται εμφανώς όλες οι είσοδοι των οργάνων, της χορωδίας και των τραγουδιστών, ενώ περιέχεται και η εισαγωγή του έργου. Επίσης έχουν γραφτεί από άλλο χέρι και με μολύβι ενδείξεις, οι οποίες αφορούν την παράσταση του έργου (όπως Cambia Scena–αλλαγή σκηνής, ή συντομεύσεις), πράγμα που αποδεικνύει, ότι η παρτιτούρα χρησιμοποιήθηκε για παράσταση του έργου (πιθανώς στο San Giacomo).
¨Όπως καταλαβαίνουμε από όλα τα πιο πάνω, ο Υποψήφιος είναι μια κωμική όπερα με θέμα που στην Ελλάδα είναι διαχρονικό μέχρι και σήμερα.Για την εποχή του δε ριζοσπαστικό, καθότι προκαλούσε ευθέως την τότε αστική τάξη με έντονο ύφος.Ίσως ξεγελάστηκαν οι Αθηναίοι την πρώτη φορά που το άκουσαν, είτε γιατί ήταν η πρώτη φορά που άκουσαν όπερα στην Ελληνική γλώσσα είτε γιατί γέλασαν πολύ με τα φορέματα των δυστυχισμένων χωρικών αλλά και την επτανησιακή διάλεκτο .Φαίνεται ότι την δεύτερη φορά κατάλαβαν τα νοήματα μέσα από το κείμενο και απέφυγαν να την πλησιάσουν.Σημειώνω ότι εκτός από την πρωτιά σαν όπερα με Ελληνικό κείμενο ίσως είναι και η πρώτη Σοσιαλιστική Όπερα στην Ελλάδα.Ας παρακολουθήσουμε λίγο το στίχο:
Μέχρι πότε θα είμαστε χαμένοι στην έρημο
Εγκαταλελειμμένοι, βασανισμένοι
Μέχρι πότε θα εργαζόμαστε
Και θα παραμένουμε πεινασμένοι
Άλλες του όπερες
Anna Winter,
Το 1855 ανέβηκε στο San Giaccomo με λιμπρέτο την ιστορία από τους Τρεις Σωματοφύλακες του Αλεξ.Δουμά
Anna Winter : melodramma in quattro atti : da rappresentarsi nel Teatro di Corfù nel carnovale del 1855 / posto in musica da Spiridione Xinda Corfù nel carnovale del 1855
Τα πρόσωπα που συμμετείχαν
Porthos |
|
|
Aramis |
|
|
Uomo mascherato |
|
Amici, Giovanni Battista <cantante> |
Conte di Rochefort |
|
Minocchi, Andrea |
Lord Winter |
|
Varani, Federico |
Athos |
|
Morelli Condolmieri, Cesare |
D'Artagnano |
|
Chiesi, Pietro |
Costanza |
|
Agostini, Annetta |
Anna Lady Winter |
|
Gavetti-Reggiani, Luigia |
Διευθυντής Ορχήστρας Sarti, Raffaele
Η πρώτη σελίδα από την όπερα Anna Winter
“Ιλ κόντε Τζουλιάνο”
(στίχοι του ποιητή Γεράσιμου Μαρκορά)
Παρουσιάστηκε στην Κέρκυρα το 1857
“Ο νεόγαμβρος” το 1877
“Οι δύο αντεραστές” το 1878
“Οι τρεις σωματοφύλακες” (στίχοι Σπυρ. Κάλλου) το 1885.
Στην πρώτη παράσταση των “Σωματοφυλάκων” στην Κέρκυρα, οι Κερκυραίοι ενθουσιασμένοι έλυσαν τα άλογα της άμαξας του Ξύνδα και τον οδήγησαν θριαμβευτικά μέχρι το σπίτι του. ..
Μετά την παράσταση στην Αθήνα ο Σπ. Ξύνδας εγκαταστάθηκε μόνιμα εκεί. Αναφέρονται τρείς γάμοι, από τους οποίους προέκυψαν απόγονοι. Επίσης υπάρχει η υπόνοια ότι ο Σπύρος Σαμάρας ήταν εξώγαμος γιός του. Το τέλος της ζωής του τον βρήκε στην Αθήνα πάμπτωχο, τυφλό και λησμονημένο από όλους. Η μεγάλη του αγάπη για την Ελλάδα, αλλά και τη γενέτειρά του την Κέρκυρα, δεν τον άφησε να ανοίξει τα φτερά του στην Ευρώπη. Ενώ θα μπορούσε να ακολουθήσει καριέρα στο εξωτερικό, αρνήθηκε και παρέμεινε στον τόπο του. Για τους μεταγενέστερους τα έργα του ήταν κοινότυπα. Και ίσως και να ήταν. Από την άλλη, την δράση του πρέπει να τη δούμε στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο της εποχής. Από την Κέρκυρα ξεκίνησε η διδασκαλία της τέχνης γενικότερα και επεκτάθηκε και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Η Κέρκυρα του τότε ήταν η πρωτεύουσα της τέχνης για την Ελλάδα, χάρη στις λαμπρές προσωπικότητές της. Οι τελευταίοι ήταν άνθρωποι που σπούδασαν στο εξωτερικό και έφεραν μαζί τους τον κοσμοπολιτισμό. Ο Σπυρίδων Ξύνδας βρέθηκε δίπλα στους περισσότερους από αυτούς, αλλά ποτέ δεν κατάφερε η φήμη του να φτάσει την φήμη που είχαν αποκτήσει πολλοί από αυτούς. Αν και συμμετείχε σε πολλά από τα γενόμενα της εποχής, το όνομα του έμεινε λησμονημένο. Είναι από όλους ο λιγότερο γνωστός. Από πολύ μικρή ηλικία είχε μια φιλότεχνη διάθεση, αλλά αυτή, μάλλον ξεπερνούσε το ταλέντο του. Ήταν σπουδαίος κιθαριστής όταν έπαιζε έργα ήδη γραμμένα. Αλλά οι δικές του δημιουργίες υπολείπονταν πρωτοτυπίας και δεν μπορούσε να συναγωνιστεί τα υπόλοιπα αριστουργήματα. Συμπερασματικά, ο Σπυρίδων Ξύνδας, έκανε την αρχή της ελληνικής όπερας, αλλά η συνέχεια και η καθιέρωσή της, είναι ένα κομμάτι που ανήκει σε άλλους.
Επιστημονικός συνεργάτης Έφη Μήτσιου Ιστορικός
Επεξεργασία κειμένου Τίνα Πετσάλη