Η έλευσις του Ελληνικού Στρατού και η ταυτόχρονη αποχώρηση των ‘Αγγλων 20/5/1864
Η εφημερίδα Η ΚΟΙΝΟΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ στο φύλλο της αριθ. 8 της 23ης Μαΐου 1864 κάνει μια εκτενή περιγραφή της ημέρας που κατέβηκε η Αγγλική Σημαία από το φρούριο και ανέβηκε η Ελληνική. Επιχειρούμε μια παράφραση του εις την άκρατο καθαρεύουσα άρθρου προσθέτοντάς το, στο τέλος της παράφρασης.
Γύρω στις 4 μ.μ. της 20ης Μαΐου 1864 εντοπίστηκε το ατμόπλοιο που μετέφερε τον Ελληνικό στρατό, πλήθος λαού συγκεντρώθηκε στην πλατεία και στα τείχη της πόλης. Εισερχόμενο το καράβι στο λιμάνι, πάρα πολλές βάρκες γεμάτες με άνδρες γέμισαν τη θάλασσα και με ενθουσιώδεις ζητωκραυγές ακολούθησαν το Ατμόπλοιο.
Δεν περιγράφεται η συρροή του λαού στην προκυμαία και εις τα τείχη, μέχρι την ώρα 11 μ.μ. Κάτω από το ατμόπλοιο, σε μια μεγάλη βάρκα η μουσική της Φιλαρμονικής Εταιρίας παιάνιζε στο μέσο αλλεπάλληλων ζητωκραυγών και τα βεγγαλικά και οι ρουκέτες μέσα στο σκοτάδι, τα οποία εκτοξεύονταν μέχρι το τέλος, ριχνόντουσαν από τα τείχη. Χάρη στην επέμβαση της Αστυνομίας η όλη επίδειξη έγινε με πλήρη τάξη και άκρα ησυχία.
Το πρωί της 21ης αφού διαδόθηκε η φήμη στα χωριά για την έλευση του Στρατού, οι χωρικοί των προαστίων εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και τις εργασίες τους και γύρω στις 9 η ώρα στις πλατείες και τα γύρω στενά της πόλεως επικρατούσε το αδιέξοδο από τον κόσμο.
Γύρω στις 10 ½ άρχισαν να αποβιβάζονται, πηγαίνοντας προς το φρούριο, πυροβολητές και ένας λόχος. Αυτοί περνώντας κάτω από την Αρχιεπισκοπή με παραδειγματικό σεβασμό χαιρετούσαν και ζητωκραύγαζαν υπέρ του σεβαστού Αθανασίου, ο δε λαός, που είχε γεμίσει τα τείχη, απαντούσε σε αυτούς με απερίγραπτο ενθουσιασμό.
Τις 11 π.μ. βγήκε από το φρούριο το τελευταίο Αγγλικό τάγμα και πέρασε από την πλατεία όπου βρίσκονταν γύρω στις δέκα χιλιάδες λαού, ο οποίος σαν να ήταν ένας άνθρωπος χωρίς φωνή παρακολουθούσε με αδιαφορία την κίνηση των Άγγλων Στρατιωτών. Στα βλέμματα τους έβλεπες ότι αυτό που επιθυμούσαν ήταν να σπεύσουνε το βηματισμό και να γίνουν άφαντοι.
Μετά βγήκε από το παλάτι ο Αρμοστής με τους πενθούντες συναδέλφους του και φυσικά με τον Κ.Ζαίμη[1], το πρόσωπο του οποίου προκάλεσε επανειλημμένες ζητωκραυγές, ένας δε λοχίας της Αστυνομίας αφού ανέβηκε σε ένα δένδρο ζητωκραύγασε υπέρ του Κου Στορξ.
Θρασύβουλος Ζαΐμης
Η Αυτού Πανιερότητα με τον κλήρο μετέβη στον Ναό του Θαυματουργού Προστάτη και στο πρόσωπο του ένδοξου ποιμενάρχη έλαμπε το χαμόγελο της χαρμόσυνης αυτής ημέρας και ο Σταυρός που φορούσε απεικόνιζε το κατά την ίδια ημέρα φανέντα στον ουρανό το γραφόμενο , εν τούτω νίκα .
Αφ’ ετέρου ο Κος Στορξ
επιβιβάστηκε στο τρικάταρτο καράβι συνοδευόμενος υπό του Κου Ζαΐμη και μετά τους επίσημους πυροβολισμούς έγινε η υποστολή της Αγγλικής σημαίας και η έπαρση της σημαίας του Σταυρού.
Ποιος μπορεί να διηγηθεί τον ενθουσιασμό και τις ζητωκραυγές του λαού μέγα μέρος του οποίου σαν να δόθηκε ένα σύνθημα γονάτισε και φιλούσε τη γη, καθότι καμαρώνοντας.
Ποιος μπορεί να διηγηθεί το τι έγινε όταν αποβιβάστηκε ο Στρατός ; Αλλεπάλληλες ζητωκραυγές ακολουθούσαν το στρατό, εθνικές σημαίες κοσμούσαν τα περισσότερα σπίτια και γυναίκες και άνδρες ζητωκραυγάζοντας έραναν το στρατό με άνθη, δεσμίδες, ζαχαρωτά.
Ο στρατός κατευθύνθηκε στο Ναό του Θαυματουργού μας Προστάτη όπου ο γενναίος ενάρετος και σεβάσμιος Στρατηγός ασπάσθηκε με σεβασμό το δεξί χέρι του Μητροπολίτη μας λέγοντας: «Ο πρώτος ασπασμός είναι για μένα, ο δεύτερος είναι εκπλήρωση εντολής την οποίαν έλαβα από τον Ναύαρχο Κανάρη»
Αφού οι στρατιώτες με κατάνυξη δόξασαν κι ευχαρίστησαν τον Θαυματουργό μας Προστάτη, πήγαν στην πλατεία της πόλεως όπου είχαν μαζευτεί τριάντα χιλιάδες λαού και καθώς ο στρατός περνούσε από την οδό του Αγίου Σπυρίδωνος ο δρόμος καλύφθηκε από ζαχαρωτά και άνθη, οι δε ζητωκραυγές που βγήκαν από τον άκρατο ενθουσιασμό του λαού, αποτελούσαν ένα μοναδικό φαινόμενο.
Η Αυτού Πανιερότητα αφού έγινε στην πιο πάνω Εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος πάνδημος δοξολογία, πήγε προς την πλατεία μαζί με τον Κον Ζαΐμη και τον Στρατηγό συνοδευόμενος με όλο το επιτελείο.
Ο λαός δεν μπορούσε από την συγκίνηση να κρατήσει τα δάκρυά του, βλέποντας τον αξιαγάπητο Ποιμενάρχη του να βρίσκεται στο μέσο μεταξύ του απεσταλμένου του Βασιλέως και του Στρατηγού και να ευλογεί τη Σημαία του Έθνους και τον Ορθόδοξο Στρατό στην παρέλαση που πραγματοποιήθηκε στην πλατεία.
Μετά την παρέλαση ο Κος Ζαΐμης πλησίασε στον Αρχιερέα την αμαξά του με την οποία στο μέσω των ζητωκραυγών του άπειρου πλήθους απεχώρησε, ενώ τα όπλα του Θεοστήρικτου Βασιλιά μας παρακολουθούμενα από χιλιάδες λαού ζητωκραυγάζοντας εισήρθαν στα φρούρια.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΊΔΑΣ
Περί την 4η ώραν μ.μ. της 20ης λήγοντος εσημαδεύθη το μετακομίζον τον Ελληνικόν στρατόν Ατμόπλουν, πλήθος δε λαού συνέρρευσεν εις την πλατείαν και εις τα τείχη της πόλεως. Εισπλέοντος του ατμοπλοίου προς τον λιμένα πάμπολλαι λέμβοι γέμουσαι ανδρών επλήρωσαν την θάλασσαν και δι’ ενθουσιοδεστάτων ζητωκραυγών ηκολούθουν το Ατμόπλοιον.
Εις την προκυμαίαν της σπηλαίας και εις τα τείχη απερίγραπτος ήτο η μεγίστη συρροή του λαού, μέχρι δε της 11ης ώρας μ.μ. δεν έπαυσεν η υπό το ατμόπλοιον εγκαίρως εν μεγάλη και φωταγωγημένη λέμβω πορευθείσα Μουσική της φιλογενούς Φιλαρμονικής εταιρίας, παιανίζουσα εν τω μέσω των αλλεπαλλήλων ζητωκραυγών και των βεγγαλικών φώτων και ροκετών των από λύχνων αφάς [1]μέχρι τέλους πεμπομένων εκ των τειχών. Χάριν της μη επεμβάσεως της Αστυνομίας η επίδειξις αύτη απέβη εν πλήρει τάξει και άκρα ησυχία.
Την πρωίαν της 21 διαδοθείσης της φήμης εις τας κώμας περί της ελεύσεως του Στρατού, οι φιλογενείς χωρικοί των προαστείων κάτοικοι εγκατέλιπον τας οικίας των και τα εργόχειρά των, περί δε την 9 ώραν π.μ. η Πλατεία και αι κυριώτεραι αγειαί[2] της πόλεως κατέστησαν αδιεξοδοι ένεκα του πλήθους.
Περί την 10 ½ ήρξαντο να αποβιβασθώσιν οι προς την Ακρόπολιν διευθυνόμενοι πυροβολισταί και εις λόχος οίτινες διερχόμενοι κάτωθεν του Αρχιεπισκοπείου με απαραδειγμάτιστον σεβασμόν εχαιρέτων ζητωκραυγούντες υπέρ του αξιοσέβαστου
Αθανασίου, ο δε λαός, όστις είχε πληρώσει τα τείχη, απήντα εις αυτούς με απερίγραπτον ενθουσιασμόν.
Την 11ην π.μ. εξήλθεν εκ του παλαιού Φρουρίου το τελευταίον Αγγλικόν τάγμα, και διήλθε την πλατείαν όπου ήσαν υπέρ τας δέκα χιλιάδας λαού όστις, ως εις άφωνος άνθρωπος, ηκολούθει με αδιάφορον όμμα[1] την κίνησιν των Άγγλων Στρατιωτών, και άλλην έκφρασιν δεν είχον τα βλεμματα ή να σπεύσωσι το βήμα και γίνονται άφαντοι.
Εξήλθεν ακολούθως ο Αρμοστής μετά των πενθοφορούντων επιστηθίων του, ως οικός[2] μετά του Κ.Ζαίμη,[3] το πρόσωπον του οποίου προυκάλεσεν επανειλημμένας ζητωκραυγάς εις δε λοχίας της Αστυνομίας αναβάς εις εν δένδρον εζητωκραύγασεν υπέρ του Κυρίου Στόρξ.
Η Αυτού Πανιερότης μετά του κλήρου μετέβη εις τον Ναόν του Θαυματουργού ημών Προστάτου, και εις το πρόσωπον του Ενδόξου τούτου ποιμενάρχου διέλαμπεν η φαιδρότης της χαρμοσύνου ταύτης ημέρας , και ο επιτραχήλιος Σταυρός απεικόνιζε τον κατά την ιδίαν εν ουρανώ φανέντα εφ’ εγέγραπτο, εν τούτω νίκα.
Αφ’ ετέρου δε ο Κύριος Στορξ επέβη εις το Τρίκροτον[4] συνοδεύομενος υπό του Κυρίου Ζαίμη και μετά τας νενομισμένας πυροκροτήσεις κατεβιβάσθη η Αγγλική και ανεπετάσθη[5] η Σημαία του Σταυρού.
Τις δύναται να διηγηθή τον ενθουσιασμόν και τας ζητωκραυγάς του λαού μέγα μέρος του οποίου ως εκ συνθήματος εγονάτισε και καταφίλει την γην, καθότι διεθρύπτετο[6] η φωνή του υπό των αδιαλείπτων ζητωκαραυγών.
Τις δύναται να διηγηθή το ότι συνέβη ότε απεβιβάσθη ο Στρατός ; Αλλεπάλληλοι ζητωκραυγαί ηκολούθουν τον στρατόν, εθνικαί Σημαίαι περιεκόσμουν τας περισσοτέρας οικίας, εξ όλων των οίκων γυναίκες και άνδρες εφιλοδώρουν τον Στρατόν με άνθη, δεσμίδας, ζαχαρωτά και ζητωκραυγές.
Πορευθέντος του στρατού εις τον Ναόν του Θαυματουργού ημών Προστάτου, ο όσον γενναίος τόσον δ’ ενάρετος και σεβάσμιος Στρατηγός ησπάσθη μετά σεβασμού την δεξιάν του ημέτερου Μητροπολίτου, ειπών τη Αυτού Πανιερότητι, «ο πρώτος ασπασμός είναι δι’ εμέ, ο δεύτερος είναι εκπλήρωσις εντολής ήν έλαβον παρά του Ναυάρχου Κανάρη».
Αφού οι στρατιώται μετά κατανύξεως εδόξασαν και ηυχαρίστισαν τον Θαυματουργόν ημών Προστάτην, επορεύθησαν εις την Πλατείαν της πόλεως όπου τριάκοντα χιλιάδες λαού εσυσσωρεύθεη, και καθώς ο στρατός διήρχετο την οδόν του Αγίου Σπυρίδωνος η οδός
κατεκαλύφθει εκ ζαχαρωτών και ανθέων, αι δε ζητωκραυγαί απορρέουσαι εκ του διαπύρου[1] ενθουσιασμού του λαού, αποτελούσι μοναδικόν γεγονός.
Η Αυτού Πανιερότης τελεσθείσης εν τη ρηθείση Εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος πανδήμου Δοξολογίας, επορεύθει εις την Πλατείαν μετά του Κυρίου Ζαίμη και του Στρατηγού και παντός του Επιτελείου.
Ο λαός δεν ηδύνατο εκ της συγκινήσεως να βαστάση τα δάκρυα, βλέπων τον αξιάγαστον Ποιμενάρχην του ιστάμενον εν τω μέσω του Απεσταλμένου του Βασιλέως και του Στρατηγού, και ευλογούντα εν τη κατά την Πλατείαν γενομένη παρελάσει την Σημαίαν του Έθνους και τον φιλόχριστον Ορθόδοξον Στρατόν.
Μετά δε ταύτα ο Κύριος Ζαίμης προσήνεγκεν εις τον Αρχιερέα την άμαξαν του, δι’ ης εν τω μέσω των ζητωκραυγών του απείρου πλήθους επανήλθεν εις τα ίδια, ενώ τα όπλα του Θεοστήρικτου ημών Βασιλέως παρακολουθούμενα από χιλιάδας λαού ενθουσιοδώς ζητωκραυγούντος εισήρχοντο εις τα φρούρια.
1] Ο Θρασύβουλος Ζαΐμης (1825 - 27 Οκτωβρίου 1880) ήταν Έλληνας πολιτικός, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας και πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.Ταξίδεψε στη Δανία ως μέλος της τριμελούς επιτροπής που θα προσέφερε το στέμμα στον Γεώργιο Α΄ ενώ έναν χρόνο αργότερα παρέλαβε εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης τα Επτάνησα από τους Άγγλους.
[1] ένθερμος, με μεγάλη ένταση
[4] Τρίκροτο. Το τρίκροτο πολεμικό πλοίο που διέθετε τρία κατάρτια
[5] έπαρσης
[6] κορδώνομαι, καμαρώνω, κολακεύομαι
[1] Περί λύχνων αφάς, είναι η μαγική εκείνη ώρα που παίρνει να σκοτεινιάζει.
[2] στενός δρόμος, δρομάκι, σοκάκι